Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Pueblos indígenas: Warao, ''la gente de agua'' en Venezuela



Un warao no puede estar sin su curiara. La podemos encontrar en su mitología apareciendo con el primer antepasado haburí quien, tras su viaje en el Delta se se transforma en diosa del sol naciente, la serpiente Daurani. Estas embarcaciones se hacen a partir de un solo tronco cavado y quemado por dentro con el fin de abrirlo y estirar sus lados.

 Los warao son de mediana estatura, robustos y generalmente lampiños. Dado que viven sobre el agua, no le dan mucha importancia a su vestimenta Es por eso que anteriormente utilizaban el guayuco, fabricado con fibras de palma de curagua (Bromelia fastuosa) o con un pedazo de tela de entre 12 a 15 cm, la cual pasan entre sus piernas y dejan caer al frente como un delantal. Las mujeres generalmente los decoran con perlas y plumas de colores destellantes y con las fibras de curagua, se ornamentan brazos y piernas con pulseras bien apretadas.

La economía de los warao está basada en la caza, la pesca y la recolección de frutos silvestres y cangrejos en el período de sequía. A pesar de ser el Delta rico en estos recursos, el pueblo warao es un pueblo sedentario, que vive también de la explotación de la madera y del comercio de artesanía. La agricultura, aunque parezca extraño, se practica en forma de conuco. Allí cosechan la yuca con la cual preparan distintos alimentos incluidos el casabe y una bebida bien particular fermentada por la saliva, el paiwari.

En las zonas pantanosas, desperdigadas en el agua salada, crecen grandes palmas: el moriche (Mauritia Flexulosa) que es fundamental para la subsistencia de los indígenas. Del centro de su tronco, extraen la harina yurima con la que preparan un pan que utilizan para ofrecer en ciertos rituales. Con sus hojas hacen los techos de sus casas, sus utensilios, herramientas de trabajo y artesanía. También se alimentan del fruto de estas palmas y de las larvas que las habitan.



Los warao se agrupan en subtribus de carácter endogámico. Estos pequeños pueblos están dirigidos por un anciano, el "gobernador", acompañado de un "capitán" y de un "fiscal" (denominaciones heredadas de los criollos) cuyos papeles principales son la organización tanto del trabajo comunal como de los eventos culturales y tradicionales. Estos títulos se asignan esencialmente a los hombres mientras que dentro del hogar, la autoridad y la organización es matriarcal.

El núcleo familiar sigue siendo la unidad socioeconómica y gira en torno a la mujer más vieja de la casa. Generalmente es  la mujer, en la pareja, quien administra la economía del hogar apropiándose y redistribuyendo la caza y la cosecha de su marido y yernos, los cuales viven y trabajan para la familia de su esposa hasta formar su propio hogar.

La educación se hace de una manera sutil y natural, sin obligaciones ni reprimendas. Los más jóvenes aprenden observando e imitando a los adultos según el sexo en sus diferentes tareas diarias, y asimilan las reglas morales y sociales escuchando los relatos y los mitos de los más ancianos, cuyas sanciones son la vergüenza y el rechazo de la comunidad.

Cerca de las casas, es frecuente descubrir pequeños templos o kuaijanokos construídos para venerar al gran a Jaburi (espíritu máximo). Allí se depositan las maracas sagradas y la fécula del moriche como ofrenda que se convertirá en yuruma para las fiestas rituales de Najanamu. Los warao le dan una gran importancia a lo sagrado. Como la mayoría de las etnias de América, el personaje más importante y más respetado de la comunidad es el chamán o piache. Es a la vez el curandero y el mediador entre el mundo real y el espiritual. Su iniciación es dura y sus conocimientos son inmensos, así como sus talentos de prestidigitador. Puede ser hombre pero también a veces mujer.

Los warao tienen la reputación de ser un pueblo alegre y festivo. Sus danzas únicas, sus cantos y su cultura musical forman un gran repertorio. Sus principales instrumentos son los de viento con lengüeta, el dau-kojo (hecho con el árbol de yagrumo), el najsemoi (de palma de moriche), el kariso (especie de flauta de pan) y el mujúsemoi (fabricado a partir del hueso de la tibia de un venado). Otros instrumentos son las maracas, el tambor de piel de araguato (mono aullador o alouatta seniculus) y el violín de origen européo.

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Ένα ταξίδι στο παρελθόν, στα αραβικά και χριστιανικά κάστρα της Ισπανίας


Κάθε ένα από τα 17 αυτόνομα διοικητικά διαμερίσματα, από τα οποία αποτελείται η σημερινή Ισπανία, διαθέτει τη δική του ιστορία, τις δικές του παραδόσεις, τη δική του ξεχωριστή πορεία μέσα στο χρόνο. Ακόμα και η γλώσσα, κοινό συνήθως χαρακτηριστικό γνώρισμα στους κατοίκους ενός κράτους, ξεφεύγει από τον κανόνα, αφού στην Καστίλλη, στην Καταλονία, στη Γαλίθια, στη Χώρα των Βάσκων, στο Λεβάντε, στα Κανάρια κλπ, οι διαφορές στο γλωσσικό ιδίωμα είναι μεγάλες.

Διασχίζοντας τη χώρα από Βορρά προς Νότο και από Δύση σε Ανατολή, πολλές φορές δημιουργείται η εντύπωση πως αλλάζεις κράτος, όμως σε όλο αυτό το μωσαϊκό της διαφορετικότητας και της ιδιαιτερότητας των λαών της Ιβηρικής , υπάρχει ένα κοινό στοιχείο που ο επισκέπτης δε θα δυσκολευτεί να αναγνωρίσει, αφού χαρακτηρίζει ολόκληρη την ισπανική επικράτεια. Πρόκειται για τα αμέτρητα μεσαιωνικά κάστρα -αραβικά και χριστιανικά- που βρίσκονται διάσπαρτα σε κάθε γωνιά και επαρχία και αποτελούν τα σημαντικότερα τουριστικά αξιοθέατα της χώρας. Θα ξεκινήσουμε την περιήγηση κάνοντας μια σύντομη ιστορική αναδρομή.

Α. ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Το 711 μ.Χ. το μεγαλύτερο τμήμα της Ιβηρικής χερσονήσου τελεί υπό Αραβική κατοχή. Από εκείνη τη στιγμή και για οχτώ αιώνες αρχίζει η προσπάθεια των Ισπανών να επανακτήσουν τα κατεχόμενα εδάφη, η λεγόμενη ''Reconquista'' (Ανακατάκτηση), η οποία θα ολοκληρωθεί το 1492 μ.Χ., με την παράδοση της Γρανάδας από τους Άραβες στους Καθολικούς Βασιλείς, Φερνάντο και Ισαβέλλα, σφραγίζοντας έτσι το τέλος της ύπαρξης του αραβικού Χαλιφάτου ''Αλ Ανταλούς''.

Η ''Ρεκονκίστα'' ξεκίνησε από το Βορρά (πριγκιπάτο των Αστούριας) και εξαπλώθηκε προς το Νότο. Σε κάθε μέρος που απελευθέρωναν οι Καθολικοί έχτιζαν και ένα κάστρο για να σιγουρέψουν την ασφάλεια των κατοίκων της περιοχής και να έχουν ένα παραπάνω ορμητήριο για τις επόμενες επιθέσεις τους. Κάθε καινούργιο κάστρο αποτελούσε και ένα είδος ανταμοιβής προς τον τοπικό άρχοντα, που μαζί με τον σχετικό τίτλο που του δινόταν, αρκούσαν για να εξασφαλίσουν πίστη και αφοσίωση στον Βασιλιά.

Από τη στιγμή μάλιστα που το Βασίλειο της Αραγονίας (στην ανατολική πλευρά της Ιβηρικής) ένωσε τις δυνάμεις του με αυτές της Καστίλλης εναντίον των Αράβων, δημιουργήθηκε ένα τεράστιο τόξο από κάστρα που διέσχιζε τη χερσόνησο από το Λεβάντε (Βαλένθια) μέχρι τη μεγαλύτερη αμυντική γραμμή που γνώρισε ποτέ η Ευρώπη, την περίφημη Εξτρεμαδούρα (από τα λατινικά Extremis - σύνορο και duro - σκληρό) του Κάθερες, της Βαδαχόθ και της Μέριδα, όπου κατ' επανάληψη απωθήθηκαν οι στρατοί των Μαυριτανών σε μια σειρά από επικές μάχες που σημάδεψαν την ευρωπαϊκή ιστορία.


Η Reconquista ολοκληρώθηκε στις 2 Ιανουαρίου του 1492
με την παράδοση της Γρανάδας στους Καθολικούς βασιλείς, Φερνάντο και Ισαβέλλα.

Τα κάστρα, γύρω από τα οποία χτίστηκαν όλες οι σημερινές πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά (είναι δύσκολο να συναντήσεις οικισμό στην Ισπανία χωρίς τουλάχιστον ένα κάστρο), άκμασαν την εποχή του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης και αποτέλεσαν το κυρίαρχο κοινωνικό καταφύγιο, με αποτέλεσμα μέσα σε αυτά να αναπτυχθούν ήθη, έθιμα και συνήθειες που χαρακτήρισαν την καθημερινότητα των κατοίκων για πολλούς αιώνες. Πώς ήταν όμως αυτά τα κάστρα, ποια η δομή τους, ποια η κατασκευή τους και ποια η οργάνωσή τους;

Β. Η ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ
Τα κάστρα της Ισπανίας αποτελούνται από πέντε κύριες κατασκευές. Το τείχος, την κεντρική είσοδο, την τάφρο, τον κεντρικό πύργο και το οπλοστάσιο. Το τείχος ήταν συνήθως συμπαγής πέτρινη κατασκευή. Γύρω από το τείχος υπήρχε σκαμμένη τάφρος, βαθιά και πλατιά, γεμάτη με νερό. Μοναδική ορατή πρόσβαση για να μπει ή να βγει κανείς από το κάστρο ήταν η κεντρική είσοδος με τη γνωστή πλατφόρμα που ανεβοκατέβαινε με αλυσίδες και τροχαλίες. Τα περισσότερα κάστρα της Καστίλλης διέθεταν πάντως και μυστικές εξόδους διαφυγής, υπόγεια λαγούμια, την ύπαρξη των οπιοίων γνώριζαν μόνο λίγοι και εκλεκτοί για προφανείς λόγους. Ο κεντρικός πύργος, ο οποίος στο Μεσαίωνα ονομαζόταν «πύργος της τιμής», υψωνόταν πολύ ψηλότερα από τις επάλξεις του τείχους και φιλοξενούσε τον άρχοντα του κάστρου μαζί με την οικογένειά του, τους συμβούλους και την προσωπική του φρουρά. Τα μεγαλύτερα κάστρα διέθεταν και μικρότερους πύργους για καλύτερη επόπτευση του εξωτερικού χώρου και για περισσότερες αμυντικές δυνατότητες.
Το οπλοστάσιο βρισκόταν συνήθως στο υπόγειο του κεντρικού πύργου και την άδεια για πρόσβαση την έδινε προσωπικά ο άρχοντας. Μέσα από τα τείχη υπήρχαν στάβλοι, βοηθητικοί χώροι, κελάρια και αποθήκες και βέβαια σπίτια και ξενώνες, στους οποίους διέμεναν οι στρατιώτες και όπου μπορούσαν να φιλοξενηθούν οι εκτός των τειχών κάτοικοι σε περίπτωση ξένης εισβολής. Τέλος, σημαντικότατο στοιχείο για την επιβίωση των πολιορκουμένων συνιστούσε η ύπαρξη ενός (η περισσότερων) πηγαδιού για την εξασφάλιση πόσιμου νερού.

Ο πύργος της Τιμής από το κάστρο της Medina del Campo,
στην επαρχία του Βαγιαδολίδ.

Τα κάστρα πρωταγωνίστησαν για περίπου μια χιλιετία στην Ισπανία. Όσο δηλαδή η χώρα ήταν κατακερματισμένη σε πριγκιπάτα, δουκάτα, βαρονίες και κομητείες. Από τον 16º αιώνα, όταν άρχισε να εξαφανίζεται η φεουδαρχία και στη θέση της εδραιώθηκε η απόλυτη μοναρχία, οι ευγενείς, ιδιοκτήτες των κάστρων, τα εγκατέλειψαν με αντάλλαγμα κατοικίες στη βασιλική αυλή. Έτσι, πολύ γρήγορα έχασαν και την τελευταία χρησιμότητά τους, τη στρατιωτική (αφού πια δεν υπήρχαν εσωτερικοί εχθροί), με συνέπεια να ερημώσουν και πολλά από αυτά να είναι σήμερα ερείπια.

Γ. ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ ΩΣ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΣΠΑΝΙΑ
Ακόμα μεγαλύτερος, όμως, είναι ο αριθμός των κάστρων που έχουν διατηρηθεί, αναπαλαιωθεί και συντηρηθεί από το σύγχρονο ισπανικό κράτος. Η διατήρηση της παράδοσης, η μελέτη της ιστορίας και ο τουρισμός είναι οι τρεις βασικότερες αιτίες που κεντρική εξουσία και τοπικές αρχές έδωσαν μεγάλη σημασία στην εικόνα και την εκμετάλλευση των μνημείων αυτών, με αποτέλεσμα τα έσοδα από τα εκατομμύρια των τουριστών που τα επισκέπτονται κάθε χρόνο, να υπερκαλύπτουν τα έξοδα συντήρησης και να αποτελούν πηγές κερδοφορίας για τους κατοίκους.
Τα κάστρα της Ισπανίας μαζί με τα μνημεία της αραβικής τέχνης και τα παλάτια, αποτελούν σήμερα τον ζωντανό ιστορικό πλούτο της χώρας. Αν και ο συνολικός αριθμός των συντηρημένων κάστρων της Ισπανίας είναι τεράστιος, είναι πολύ εύκολο να διαλέξει κανείς τα δυο πιο όμορφα και αξιόλογα προς επίσκεψη. Πρόκειται για τη θρυλική αραβική Αλάμπρα στη Γρανάδα της Ανδαλουσίας και για την περίφημη καστρόπολη της Άβιλα στην Καστίγια ι Λεόν.

1. ALHAMBRA - TO AΠΟΛΥΤΟ ΑΡΑΒΙΚΟ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ

'Αποψη της Αλάμπρα από την πόλη της Γρανάδας.
Στο βάθος ο ορεινός όγκος της Σιέρα Νεβάδα.

Η Αλάμπρα βρίσκεται στην πόλη Γρανάδα της Ανδαλουσίας, στο νότιο μέρος της χώρας. Είναι πέρα από κάθε αμφιβολία ότι πιο όμορφο μπορεί να επισκεφθεί κανείς στην Ισπανία. Το όνομά της σημαίνει στα αραβικά ''κόκκινη'' και προέρχεται από την πλήρη ονομασία της που είναι ''Καλάτ αλ-χάμρα'', δηλαδή ''Κόκκινο φρούριο''. Και αυτό, επειδή χτιζόταν στη διάρκεια της νύχτας και τα τείχη της από μακριά και κάτω από το φως των αναμμένων πυρσών έδειχναν κόκκινα.

Η Αλάμπρα είναι μια βασιλική πόλη που περικλείεται από εντυπωσιακά τείχη και είναι χτισμένη πάνω σε ένα μικρο οροπέδιο, στους πρόποδες του οποίου βρίσκεται η πόλη της Γρανάδα. Άρχισε να χτίζεται το 1238 από τον Μπεν Αλ Χαμάρ και ολοκληρώθηκε από τον Μοχάμεντ τον 5º το 1358. Το 1492 έπεσε στα χέρια των Ισπανών καθολικών Βασιλέων, οι οποίοι θεώρησαν σωστό είτε να καταστρέψουν, είτε να μεταφέρουν αλλού μεγάλο μέρος της εσωτερικής διακόσμησης και επίπλωσης.


Η αυλή των λεόντων στο ανάκτορο της Αλάμπρα.

Ο ''φωστήρας'' Κάρολος ο 5oς (1516-1556) ξανάχτισε μερικά τμήματα σε αναγεννησιακό ρυθμό (!) και κατέστρεψε ένα μέρος της Αλάμπρα για να χτίσει ένα ιταλικού ρυθμού ανάκτορο (!!). Σα να μην έφταναν όλα αυτά, το 1812, οι στρατιές του απολίτιστου Ναπολέοντα βομβάρδισαν το κάστρο, διαλύοντας αρκετούς πύργους και προκαλώντας εκτεταμένες ζημιές στα τείχη.

Η αναστήλωση ξεκίνησε το 1828 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ο εσωτερικός χώρος του κάστρου είναι γεμάτος από παλάτια και κήπους. Αδιαφορήστε για τα κτίρια των καθολικών και αφοσιωθείτε στα αραβικά, τα πραγματικά αριστουργήματα όπως και αν το εξετάσει κανείς. Το μαυριτανικό τμήμα της Αλάμπρα περιλαμβάνει την Αλκαθάμπα, το ανάκτορο της Αλάμπρα, την Άνω Αλάμπρα και την Χενεραλίφε.


Οι περίφημοι κήποι της Χενεραλίφε.

Η Αλκαθάμπα, δηλαδή η Ακρόπολη, είναι το παλαιότερο τμήμα από το οποίο σώζονται μόνο οι συμπαγείς εξωτερικοί τοίχοι, οι πύργοι και οι επάλξεις του. Το ανάκτορο της Αλάμπρα είναι ένα τεράστιο πολυεπίπεδο οικοδόμημα με δαιδαλώδεις διαδρόμους, αίθουσες, εσωτερικούς κήπους και αμέτρητα σιντριβάνια και τεχνητές λίμνες. Οι θαυμάσιες εσωτερικές του διακοσμήσεις θα σας αφήσουν σίγουρα με το στόμα ανοιχτό, ενώ απίστευτες είναι οι λεπτομέρειες που χαρακτηρίζουν τα πλέον υπέροχα αραβουργήματα από άποψη τελειότητας και ποικιλίας χρωματικών συνδυασμών.

Οι κυριότερες αυλές του ανακτόρου είναι το ''Patio de los Arrayanes'' (αυλή με τις μυρτιές) και το ''Patio de los leones'' (αυλή των λεόντων), που ονομάστηκε έτσι, γιατί στο κέντρο της βρίσκεται μια αλαβάστρινη κρήνη που την υποβαστάζουν 12 λευκά μαρμάρινα λιοντάρια, σύμβολα ισχύος και τόλμης. Οι σπουδαιότερες αίθουσες της Αλάμπρα είναι η Αίθουσα των πρεσβευτών (Salon de los Embajadores), μια ευρύχωρη και μεγαλοπρεπή αίθουσα υποδοχής, το χωρίς παράθυρα υπνοδωμάτιο του Χαλίφη (Sala de los Abencerrajes) και η Αίθουσα των δυο αδερφών (Sala de las dos hermanas) με την μοναδική διακόσμηση σε μορφή σταλακτιτών.


Ο ''Ινδιάνος'', ένα ''παιχνίδι'' της κορυφογραμμής,
βρίσκεται στη διαδρομή από τη Σεβίλλη προς τη Γρανάδα.

Πάνω από το ανάκτορο βρίσκεται η Άνω Αλάμπρα όπου έμεναν οι αξιωματούχοι και οι αυλικοί. Από τους πύργους της έχετε πανοραμική θέα στην πόλη της Γρανάδα. Τέλος, το πιο απόκεντρο κτίριο στο βόρειο μέρος του κάστρου είναι η παραμυθένια έπαυλη της Generalife (από το αραβικό ''χενάτ αλ αρίφ'' που σημαίνει ''κήπος του Δημιουργού'') με τους υπέροχους και ονομαστούς της κήπους, με τα αμέτρητα τεχνητά ποταμάκια και τους θάμνους που σχηματίζουν λαβύρινθους.

Αυτή είναι μια πολύ μικρή και φτωχή παρουσίαση ενός πραγματικά μοναδικού, σχεδόν ονειρικού μνημείου, που αν βρεθείτε στην Ισπανία πρέπει οπωσδήποτε να επισκεφθείτε. Η πρόσβαση είναι εύκολη, είτε με αυτοκίνητο, είτε με λεωφορείο, τρένο και αεροπλάνο. Αν εξορμήσετε από τη Σεβίλλη, προτιμήστε το τρένο και απολαύστε λίγο πριν φτάσετε στη Γρανάδα τον ''Ινδιάνο'', ένα ''παιχνίδι'' της παρακείμενης κορυφογραμμής.

2. ÁVILA - Ο ΠΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΙΓΙΔΩΝ
Στο τεράστιο οροπέδιο που βρίσκεται βόρεια και δυτικά της Μαδρίτης, εκτείνεται το μεγαλύτερο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ισπανίας, η Καστίγια ι Λεόν. Η Καστίλλη χρωστάει το όνομά της στα αναρίθμητα κάστρα που είναι διάσπαρτα στο έδαφός της (από το λατινικό castellum, υποκοριστικό του castrum). Δε χρειάζεται να τα ψάξετε γιατί υπάρχουν παντού. Επί μια χιλιετία χτίζονταν ασταμάτητα με αποτέλεσμα η Καστίλλη να έχει το μεγαλύτερο αριθμό κάστρων σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Στα 87 χιλιόμετρα δυτικά της Μαδρίτης βρίσκεται η Άβιλα, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Η Ávila de los Caballeros (Άβιλα των ιπποτών) όπως είναι το πλήρες όνομα της πόλης, ανήκε στην ρωμαϊκή Λουζιτανία και κατακτήθηκε το 714 από τους Άραβες. Το 1088 ανακτήθηκε από τους Ισπανούς στα πλαίσια της Ρεκονκίστα και τότε χτίστηκε το περίφημο τείχος της από τον Ραϊμούνδο δε Μποργόνια με σκοπό την προστασία του Τολέδο.


H Άβιλα είναι το μεγαλύτερο φωταγωγημένο μνημείο στον κόσμο.

Η πόλη είναι χτισμενη πάνω σε ένα λόφο σε υψόμετρο 1.117 μέτρων (από τις πρωτεύουσες των 50 επαρχιών της Ισπανίας, η Άβιλα είναι χτισμένη στο μεγαλύτερο υψόμετρο), με αποτέλεσμα σε όλη τη διάρκεια του χρόνου να τη δέρνουν κυριολεκτικά δυνατοί άνεμοι, που της έχουν προσδώσει το προσωνύμιο ''ο πύργος των καταιγίδων''. Η Άβιλα θεωρείται - και είναι -  το ωραιότερο χριστιανικό μεσαιωνικό μνημείο της Ισπανίας.

Το τείχος που περιβάλλει την πόλη σε τραπεζοειδές σχήμα έχει μήκος 2,5 χιλιομέτρων και αποτελείται από 88 πύργους και 2.500 πολεμίστρες. Έχει πάχος 3 μέτρα και ύψος 12 μέτρα, το οποίο φτάνει τα 20 μέτρα στους πύργους που προστατεύουν τις πύλες του Αλκάθαρ και του Σαν Βιθέντε. Συνολικά το τείχος (και κατ' επέκταση η πόλη) έχει 9 κεντρικές τοξοειδείς πύλες, ενώ τάφρος υπήρχε μόνο στη δυτική πλευρά της πόλης.

Οι πιο γνωστές είσοδοι είναι η πύλη του Αλκάθαρ (Puerta del Alcazar), η πρώτη που κατασκευάστηκε και η οποία είχε κρυμμένες τρύπες από όπου έριχναν καυτό νερό και λάδι στους εχθρούς, η πύλη της ''Κακιάς ώρας'' (Puerta de la mala Ventura), από όπου εκδιώκονταν οι Εβραίοι και η πύλη της ''Αγίας'' (Puerta de la Santa), που οδηγούσε στο γενέθλιο τόπο της Αγίας Θειρεσίας (Santa Teresa). Πίσω από κάθε μια από τις 9 πύλες της πόλης υπάρχει και ένα παλάτι, από όπου οι άρχοντες καθοδηγούσαν την αμυντική οργάνωση του στρατού σε καιρούς πολιορκίας. Μέσα στην πόλη, στο μοναστήρι του Αγίου Θωμά, βρίσκεται ο τάφος του Τομάς δε Τορκεμάδα, ο οποίος υπήρξε ο ιδρυτής της Ιεράς Εξέτασης.


Η Πύλη του Αλκάθαρ, μια από τις 9 εισόδους της Άβιλα.

Οι ειδικοί χαρακτηρίζουν το τείχος της Άβιλα ως το μεγαλύτερο και το πλέον καλοδιατηρημένο σε όλη την Ευρώπη. Επίσης, πρόκειται για το μεγαλύτερο φωταγωγημένο μνημείο του κόσμου. Αν ποτέ βρεθείτε εκεί, αξίζει τον κόπο να περιμένετε να νυχτώσει για να απολαύσετε το μοναδικό θέαμα που προσφέρουν οι δεκάδες προβολείς που δημιουργούν εντυπωσιακές εικόνες. Από τη Μαδρίτη, η πρόσβαση είναι πολύ εύκολη και σύντομη (λεωφορείο και τρένο). Μια ημερήσια εκδρομή είναι ότι πρέπει. Για περισσότερες πληροφορίες μπείτε στο spain.info/en.

Η Αλάμπρα και η Άβιλα αποτελούν τα δυο αντιπροσωπευτικότερα δείγματα κάστρων (αραβικής και χριστιανικής τεχνοτροπίας αντίστοιχα) που υπάρχουν στην Ισπανία. Συνεχίζοντας το οδοιπορικό στα μεσαιωνικά κάστρα της Ισπανίας, θα περάσουμε από πέντε ακόμη που μπορεί να μην έχουν την αίγλη και την αξία των πρώτων δυο, αλλά σίγουρα το καθένα από αυτά παρουσιάζει το δικό του ενδιαφέρον και κουβαλάει τη δική του ιστορία. Η επιλογή είναι τυχαία, έτσι κι αλλιώς όπου και αν βρεθείτε στην Ισπανία και αντικρίσετε ένα κάστρο, πρώτα θαυμάστε το και μετά επισκεφθείτε το. Οι επιλογές θα είναι αμέτρητες.

3. ALCÁZAR DE SEGOVIA - ΑΛΚΑΘΑΡ ΤΗΣ ΣΕΓΟΒΙΑ
Αλκάθαρ στα αραβικά σημαίνει κάστρο μέσα στο οποίο συνήθως υπάρχει και παλάτι. Πολλά κάστρα (αλλά και τοποθεσίες) στην Ισπανία έχουν το προσωνύμιο αυτό για τον απλό λόγο ότι κατασκευάστηκαν αρχικά από τους Άραβες. Ένα από τα πιο γνωστά τέτοια κάστρα είναι το Αλκάθαρ της Σεγόβια. Χτισμένο πάνω σε ένα βράχο, θυμίζει πλώρη καραβιού που εμφανίζεται από το πουθενά. Οι Μαυριτανοί το θεμελίωσαν πάνω στα ρωμαϊκά ερείπια της πόλης και οι καθολικοί μετά την ανακατάκτηση, το ισχυροποίησαν και το μετέτρεψαν σε ένα από τα σημαντικότερα κάστρα της Καστίγια ι Λεόν.


Το Αλκάθαρ της Σεγκόβια.
Εκεί παντρεύτηκαν η Ισαβέλλα της Καστίγια και ο Φερνάντο ο 2ος της Αραγόν, ενώνοντας τα δυο κράτη τους και τις δυνάμεις τους εναντίον των Αράβων Στη διάρκεια του Μεσαίωνα υπήρξε το επίσημο βασιλικό παλάτι. Αργότερα, όταν βασιλιάδες και αυλή μεταφέρθηκαν στη Μαδρίτη, το Αλκάθαρ χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή και στρατιωτική ακαδημία. Η πρόσβαση από τη Μαδρίτη είναι πολύ εύκολη και σύντομη μέσω της Εθνικής Ν VI (η Σεγκόβια απέχει γύρω στα 100 χιλιόμετρα).

4. ALCAZABA DE BADAJOZ - ΑΛΚΑΘΑΜΠΑ ΤΗΣ ΒΑΔΑΧΟΘ

H Aλκαθάμπα (ακρόπολη) της Βαδαχόθ.
Στη φωτογραφία ο ''πύργος των κρεμασμένων''.

Η Αλκαθάμπα (ακρόπολη) της Βαδαχόθ κυκλώνει την παλιά πόλη της μουσουλμανικής εποχής. Διατηρείται ακριβώς όπως κατασκευάστηκε τον 12º αιώνα από τον Χαλίφη Αμπού Γιάκομπ Γιουσούφ και είναι η μεγαλύτερη ακρόπολη της Ευρώπης. Μετά την ανακατάκτησή της από τους Ισπανούς ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο και αποτέλεσε το προπύργιο της τεράστιας αμυντικής γραμμής της Εξτρεμαδούρα στη νοτιοδυτική Ισπανία. Το κάστρο διαθέτει έξι άψογα διατηρημένους πύργους, πέντε πύλες και ένα παλάτι. Η πρόσβαση είναι δυνατή με αυτοκίνητο και λεωφορείο από τη Μαδρίτη, αλλά διαρκεί αρκετές ώρες. Από τη Σεβίλλη απέχει πολύ λιγότερο (γύρω στα 200 χιλιόμετρα).

5. CASTILLO DE SANTA BÁRBARA, ALICANTE - ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΣΑΝΤΑ ΜΠΑΡΜΠΑΡΑ, ΑΛΙΚΑΝΤΕ
Το κάστρο της Σάντα Μπάρμπαρα φωτισμένο τη νύχτα.

Το Αλικάντε βρίσκεται στη νότια ακτή του Λεβάντε (Costa Blanca - Λευκή Ακτή) και είναι ένα από τα γνωστότερα τουριστικά θέρετρα της Ισπανίας. Το κάστρο της Σάντα Μπάρμπαρα βρίσκεται χτισμένο μέσα στην πόλη, πάνω σε ένα βράχο ύψους 166 μέτρων κυριολεκτικά πάνω από τη θάλασσα, γεγονός που του έδωσε τεράστια στρατηγική σημασία, αφού από εκεί μπορούσε να εποπτεύεται ολόκληρος ο κόλπος του Αλικάντε και το ανοιχτό πέλαγος. Ανακατακτήθηκε από τους Καθολικούς στις 4 Δεκεμβρίου του 1248, ημέρα που εορταζόταν η Αγία Βαρβάρα, εξ ου και το όνομά του.

Στην εμφάνιση θυμίζει πολύ το Παλαμήδι, χωρίς όμως πρόσβαση από το δρόμο. Αυτός ήταν και ο λόγος που μέχρι το 1962 είχε εγκαταλειφθεί στην τύχη του. Τότε ανοίχθηκαν δυο εσωτερικά τούνελ στο βράχο, μήκους 205 μέτρων και τέθηκαν σε λειτουργία δυο ασανσέρ, με τα οποία οι επισκέπτες μπορούν πλέον να ανέβουν και να θαυμάσουν τη μοναδική του θέα στη θάλασσα. Παράλληλα έχουν γίνει και έργα αναστήλωσης τα οποία ξαναέδωσαν στο χώρο τη χαμένη του αίγλη.

Η Μεσόγειος από το κάστρο της Σάντα Μπάρμπαρα.
Η πρόσβαση είναι εύκολη με όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Απέχει γύρω στα 430 χιλιόμετρα από τη Μαδρίτη και ο ιδανικότερος (γρήγορος και φτηνός) τρόπος για να πάτε είναι το τρένο. Συνδυάστε την επίσκεψή σας με τον απαραίτητο περίπατο στην ξακουστή Εσπλανάδα (παραλιακός πεζόδρομος) και έναν καφέ στον Ιστιοπλοϊκό Όμιλο, έναν από τους μεγαλύτερους της Ισπανίας.

6. CASTILLO DE LOARRE, HUESCA - ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΛΟΑΡΕ, ΟΥΕΣΚΑ

Το κάστρο του Λοάρε βρίσκεται πάνω στις παρυφές των Πυρηναίων, στο διαμέρισμα της Αραγονίας, πολύ κοντά στα σύνορα με τη Γαλλία. Η θέση του υπήρξε στρατηγικής σημασίας γιατί επόπτευε όλη την πεδιάδα της Ουέσκα που βρισκόταν υπό αραβική κατοχή. Η σπουδαιότητά του και οι συνεχείς επιθέσεις των Αράβων ανάγκασαν τους Ισπανούς να το ενισχύσουν, χτίζοντας γύρω του ένα πρόσθετο περίβολο με τείχη, πύργους και τάφρο.

Το κάστρο του Λοάρε.

Σήμερα θεωρείται από τους ειδικούς το καλύτερα συντηρημένο κάστρο ρωμανικού ρυθμού στην Ευρώπη. Σε αυτό το κάστρο έγιναν τα γυρίσματα της ταινίας του Ρίντλεϊ Σκοτ ''Το Βασίλειο των Ουρανών'' (Kingdom of Heaven), με πρωταγωνιστές τους Ορλάντο Μπλούμ, Εύα Γκριν, Λίαμ Νίσον και Τζέρεμι 'Αιρονς. Οι κάτοικοι του χωριού του Λοάρε πήραν μέρος σαν κομπάρσοι στα γυρίσματα, με αποτέλεσμα όταν πρωτοπαίχτηκε η ταινία εκεί, να πηγαίνουν καθημερινά στο σινεμά, προσπαθώντας να αναγνωρίσουν τους εαυτούς τους! Το συγκεκριμένο κάστρο έχει τη δυσκολότερη πρόσβαση από όλα τα υπόλοιπα που παρουσιάσαμε. Βρίσκεται 100 χιλιόμετρα βόρεια της Σαραγόσα, αλλά πρώτα θα πρέπει να πάτε στην Ουέσκα (70 χλμ βόρεια της Σαραγόσα) και από εκεί να πάρετε το τοπικό λεωφορείο για το Λοάρε.


ΟΙ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ
'Οπως αναφέραμε στην αρχή του κειμένου, τα κάστρα αποτέλεσαν το κυρίαρχο κοινωνικό καταφύγιο στην εποχή του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, με άμεσο επακόλουθο την ανάπτυξη εντός των τειχών τους μιας καθημερινότητας που χαρακτήρισε τη ζωή των κατοίκων για πολλούς αιώνες. Αυτήν ακριβώς την καθημερινότητα εκείνης της εποχής αναπαριστούν οι σημερινοί κάτοικοι της Καστίγια στις γιορτές που διοργανώνουν κάθε χρόνο σε πόλεις και χωριά. Η Σεγόβια, η Σαλαμάνκα, το Τολέδο, η Λεόν, η Άβιλα, το Βαγιαδολίδ, η Θαμόρα, η Παλένθια, όλες οι σύγχρονες μητροπόλεις της Καστίλλης, θυμούνται το παρελθόν τους με μια σειρά από εκδηλώσεις αφιερωμένες στα σκοτεινά χρόνια της Ιεράς Εξέτασης και των σιδερόφρακτων ιπποτών. Σήμερα, κλείνοντας αυτό το μικρό οδοιπορικό στα κάστρα της Ισπανίας, θα ''ταξιδέψουμε'' σε δυο χωριά, την Πεδράθα ντε λα Σιέρα και την Σεπούλβεδα, για να συναντήσουμε αλλόκοτες φιγούρες, ιππότες και τοξότες, άρχοντες και γελωτοποιούς, δεσποσύνες και τροβαδούρους, δήμιους και ιεροεξεταστές, που θα μας μεταφέρουν στον ισπανικό Μεσαίωνα. 'Ενα μοναδικό ταξίδι μέσα στο χρόνο που σε όποιον το κάνει, θα του μείνει αξέχαστο.

7. PEDRAZA DE LA SIERRA - H NYXTA TΩΝ ΚΕΡΙΩΝ

Το κάστρο της Πεδράθα ντε λα Σιέρα.

Η Πεδράθα ντε λα Σιέρα είναι ένα μικρό χωριό στην επαρχία της Σεγκόβια με 450 κατοίκους. Ο οικισμός, που βρίσκεται στους πρόποδες του εντυπωσιακού όγκου της οροσειράς της Γουαδαράμα, διατηρεί τον μεσαιωνικό του σχεδιασμό, περιβάλλεται από τείχος και στη βόρεια πλευρά δεσπόζει το κάστρο που χτίστηκε τον 11ο αιώνα. Η Πεδράθα ανακηρύχθηκε Ευρωπαϊκό διατηρητέο μνημείο το 1951. Όλοι οι δρόμοι είναι λιθόστρωτοι και φυσικά απαγορεύονται τα οχήματα.

Κάθε καλοκαίρι, το πρώτο και το δεύτερο Σάββατο του Ιουλίου, οι κάτοικοι μεταμορφώνονται κυριολεκτικά και ξαναζούν τη μεσαιωνική καθημερινότητα. Οι μισοί ντύνονται με ρούχα της εποχής, ενώ προσλαμβάνονται αρκετοί ηθοποιοί που μεταμφιέζονται και «παίζουν» διάφορους ρόλους, όπως του γελωτοποιού, του ζητιάνου, του τροβαδούρου και του δήμιου. Στον κεντρικό δρόμο στήνεται υπαίθρια αγορά, ενώ έξω από το κάστρο λαμβάνουν χώρα αγωνίσματα του Μεσαίωνα, όπως η ξιφομαχία, η τοξοβολία, η διελκυστίνδα κ.α., στα οποία μπορούν να πάρουν μέρος και οι επισκέπτες.

Ηθοποιός μεταμφιεσμένος σε ζητιάνο,
περιφέρεται στο μεσαιωνικό παζάρι της Πεδράθα.

Οι άλλοι μισοί κάτοικοι αναλαμβάνουν να στήσουν σε όλους τους δρόμους, τα πεζούλια, τα παράθυρα και τις αυλές, χιλιάδες μικρά κεριά, τα οποία και ανάβουν μόλις δύσει ο ήλιος. Το θέαμα είναι μαγευτικό. Πλανόδιοι μουσικοί παίζουν μεσαιωνικές μελωδίες, ενώ ρέει άφθονο το τοπικό κρασί και η μπύρα. Το μόνο φως σε όλο τον οικισμό προέρχεται αποκλειστικά από τα κεριά και η συνηθισμένη συννεφιά της Καστίγια προσδίδει μια ακόμα πιο παραμυθένια αίσθηση. Μόλις ολοκληρωθεί το άναμμα των κεριών, η Συμφωνική Ορχήστρα της Καστίγια ι Λεόν αρχίζει να παίζει έργα κλασικής μουσικής στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο της κεντρικής πλατείας (Πλάθα Μαγιόρ).


8. SEPÚLVEDA - Η ΦΙΕΣΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ

Σεπούλβεδα είναι μια μικρή κωμόπολη, επίσης στην επαρχία της Σεγκόβια, μόλις 18 χιλιόμετρα βόρεια της Πεδράθα και έχει 1.300 κατοίκους. Βρίσκεται χτισμένη στο τελείωμα του εθνικού Πάρκου του ποταμού Ντουρατόν και ιδρύθηκε το 1010 μ.Χ. Δε διαθέτει τη διατηρητέα ομορφιά της Πεδράθα, όμως η αμφιθεατρική της θέση, της χαρίζει μια εκπληκτική θέα στο οροπέδιο της Καστίγια. Από τον πύργο της εκκλησίας «Βίρχεν δε λα Πένια» (η Παρθένος του βράχου) μπορεί κανείς να δει πέντε διαφορετικά κάστρα σε όλα τα σημεία του ορίζοντα.

Η Σεπούλβεδα φωτισμένη με πυρσούς τη νύχτα της ''φιέστας των προνομίων''.

Η Σεπούλβεδα δεν έχει κάστρο, είναι όμως κυκλωμένη από εντυπωσιακά τείχη. Το 1076 ο άρχοντας (κόντε) της Καστίγια, Φερνάν Γκονθάλεθ, παρέδωσε στον οικισμό τη «Χάρτα των προνομίων», υπογεγραμμένη από το βασιλιά Αλφόνσο τον 6ο. Αυτά ακριβώς τα προνόμια γιορτάζουν οι κάτοικοι της Σεπούλβεδα κάθε χρόνο την τρίτη Κυριακή του Ιουλίου. Οι ντόπιοι φορούν μεσαιωνικές στολές, στολίζουν όλη την πόλη με θυρεούς, εσκούδα και σημαίες, στήνουν και αυτοί παραδοσιακό παζάρι, αγωνίζονται σε αγωνίσματα της εποχής και φωταγωγούν τα τείχη και τα κτίρια με αναμμένους πυρσούς.
Κορυφαία στιγμή της φιέστας είναι όταν ανάβει ο πυρσός που φωτίζει τον βασιλικό θυρεό πάνω στα τείχη και αρχίζει έτσι και επίσημα η φωταγώγηση της πόλης με τους πυρσούς. Η παράδοση λέει πως τον βασιλικό θυρεό άναβε με αναμμένο βέλος ο πιο δεξιοτέχνης τοξότης της φρουράς από την κεντρική πλατεία, τη λεγόμενη Πλάθα δε Εσπάνια.

Κάτοικοι της Σεπούλβεδα αγωνίζονται στη διελκυστίνδα δίπλα στα τείχη.

Θυμάστε τον Αντόνιο Ρεμπόγιο Λινιάν, τον τοξότη που άναψε την Ολυμπιακή φλόγα στο Στάδιο του Μοντζουίκ στους Ολυμπιακούς αγώνες της Βαρκελώνης το 1992 με μια βολή που έκοψε την ανάσα σε εκατομμύρια τηλεθεατές; Είναι ο ίδιος που ανάβει τα τελευταία χρόνια τον πρώτο πυρσό στη Σεπούλβεδα. Μπορείτε να απολαύσετε το άναμμα του 2006 (καθαρή βολή από τα 50 μέτρα) στο εκπληκτικό βίντεο που ακολουθεί και θα παραδεχτείτε πως πραγματικά αξίζει τον κόπο να βρεθεί κανείς στις μεσαιωνικές γιορτές της Καστίγια!

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Los genios de la pintura barroca española

Durante el reinado de Felipe IV, la Escuela Española afirmó las cualidades de su esilo y definió su personalidad gracias fundamentalmente a los grandes maestros del siglo: Velázquez, Ribera, Zurbarán Murillo.

Velázquez nace en Sevilla en 1599. Formado con Pacheco, su primera etapa se caracteriza por una pintura naturalista inspirada en Carabaggio. En el año 1623 viaja a Madrid e inicia su carrera de retratista de Corte, interesándose por la personalidad de sus modelos. El viaje a Italia de 1629 le llevará a conocer la pintura del Renacimiento y convertirse en un pintor reconocido realizando los encargos más importantes de su tiempo, como la decoración de la Torre de la Parada o el Palacio del Buen Retiro. En el año 1649 regresa a Italia donde culmina su carrera recibiendo todo tipo de honores. De vuelta a España, el ocaso de su vida nos depara sus mejores obras, en las que anticipa la pintura impresionista al interesarse por la luz y el color.

Ribera representa la pervivencia del naturalismo táctil y concreto que se había iniciado en las primeras décadas del siglo XVII y que con él, alcanzó su máxima expresión. Su estancia en Roma y Nápoles le permitirá conocer las obras de Carabaggio, recibiendo un importante número de encargos, haciéndose famoso por el dramatismo que encierra en sus martirios. Con el transcurrir de los años, siguiendo la evolución del siglo, olvidará o atenuará su tenebrismo para acercarse al estilo de los Carracci. Las obras de estos años vendrán caracterizadas por el colorismo y la difusa luminosidad, recordando a la Escuela Veneciana. En sus últimas obras, recupera el estilo tenebrista que caracterizó sus primeros momentos consiguiendo imágenes llenas de vivacidad en las que emplea una rebosante luminosidad al estilo de Tintoretto.

La principal aportación de Zurbarán a la pintura española del Barroco será el reflejo de la vida, las querencias y las aspiraciones de los ambientes monásticos para los que el pintor realizó prácticamente toda su obra. Su estilo se mantuvo prácticamente invariable desarrollando el naturalismo tenebrista para crear escenas cargadas de verosimilitud, en las que los santos se presentan ante el espectador de la manera más realista. Por esta razón, Zurbarán es el pintor de los hábitos. Esta inmovilidad fue durante varias décadas el secreto de su éxito, pero terminó por condenar su carrera artística ya que el cambio de gustos en la mitad del siglo XVII y el triunfo de la pintura de Murillo harán fracasar su próspero taller.

Murillo es quien mejor representa el nuevo lenguaje de la fé, a cuyo servicio puso su particular sensibilidad inclinada a valores dulces y amables. Con una facilidad portentosa, creó una pintura serena y apacible como su propio carácter en la que priman el equilibrio compositivo y expresivo y la delicadeza y el candor de sus modelos, nunca conmovidos por sentimientos extremos. Colorista excelente y buen dibujante, Murillo concibe sus cuadros con un fino sentido de la belleza y con armoniosa mesura, lejos del dinamismo de Rubens o de la teatralidad italiana.

Οι διάνοιες της Ισπανικής Ζωγραφικής του Μπαρόκ
Κατά τη βασιλεία του Φιλίππου Δ', η Ισπανική Σχολή επιβεβαίωσε τις ιδιότητες του ύφους της και καθόρισε την προσωπικότητά της κυρίως χάρη στους μεγάλους πατέρες του αιώνα: Βελάθκεθ, Ριμπέρα, Θουρμπαράν και Μουρίγιο.

Ο Βελάθκεθ γεννήθηκε στη Σεβίλλη το 1599. Εκπαιδευμένος δίπλα στον Πατσέκο, το πρώτο στάδιο της καριέρας του χαρακτηρίζεται από την νατουραλιστική ζωγραφική εμπνευσμένη από τον Καραβάτζιο. Το 1623 ταξιδεύει στη Μαδρίτη και ξεκινάει την καριέρα του ως προσωπογράφος της Βασιλικής αυλής, δείχνοντας το ενδιαφέρον του στην προσωπικότητα των μοντέλων του. Το ταξίδι στην Ιταλία το 1629 θα του διδάξει την Αναγεννησιακή ζωγραφική και θα τον αναγνωρίσει ως ένα σπουδαίο ζωγράφο, ο οποίος εκτελεί τις πιο σημαντικές παραγγελίες της εποχής του, όπως η διακόσμηση της Τόρε δε λα Παράδα, ή το Παλάθιο ντελ Μπουέν Ρετίρο. Το 1649 επιστρέφει στην Ιταλία όπου ολοκληρώνει την καριέρα του και όπου του αποδίδουν πολλές τιμητικές διακρίσεις. Επιστρέφοντας στην Ισπανία, στο τέλος της ζωής του, μας προσφέρει τα καλύτερα έργα του στα οποία προλαμβάνει την ιμπρεσιονιστική ζωγραφική δείχνοντας το ενδιαφέρον του για το φως και το χρώμα.

Ο Ριμπέρα αντιπροσωπεύει την επιβίωση του νατουραλισμού που είχε αρχίσει τις πρώτες δεκαετίες του δέκατου έβδομου αιώνα και που με αυτόν έφθασε στη μέγιστη έκφρασή του. Η παραμονή του στη Ρώμη και στη Νάπολη θα του δώσει την ευκαιρία να γνωρίσει τα έργα του Καραβάτζιο. Έλαβε ένα μεγάλο αριθμό παραγγελιών και έγινε γνωστός για τη δραματικότητα που εκφράζει στα μαρτύριά του. Με το πέρασμα των χρόνων από την εξέλιξη του αιώνα, θα ξεχάσει ή θα μειώσει την τεχνοτροπία του Τενεμπρισμού για να προσεγγίσει την τεχνοτροπία των Καράτσι. Τα έργα του αυτών των ετών θα χαρακτηριστούν από το χρώμα και το διάχυτο φως, που θυμίζουν την Βενετική Σχολή. Στα τελευταία έργα του, ανακτά το ύφος του τενεμπρισμού που χαρακτήρισε τις πρώτες στιγμές του έχοντας ως αποτέλεσμα εικόνες γεμάτες ζωντάνια στις οποίες χρησιμοποιεί φωτεινότητα που ξεχειλίζει στο ύφος του Τιντορέτο.

H σημαντικότερη συμβολή του Θουρμπαράν στην ισπανική ζωγραφική του Μπαρόκ είναι η αντανάκλαση της ζωής, οι προτιμήσεις και οι φιλοδοξίες του μοναστικού περιβάλλοντος, για το οποίο ο καλλιτέχνης εκτέλεσε σχεδόν όλα τα έργα του. Το ύφος του παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο αναπτύσσοντας τον Τενεμπρισμό, για να δημιουργήσει σκηνές γεμάτες αληθοφάνεια, στις οποίες οι άγιοι παρουσιάζονται στον θεατή με τον πιο ρεαλιστικό τρόπο. Για το λόγο αυτό, ο Θουρμπαράν, είναι ο ζωγράφος των ράσων. Αυτή η ακινησία ήταν για δεκαετίες το μυστικό της επιτυχίας του, αλλά τελικά καταδικάστηκε η καλλιτεχνική του καριέρα λόγω της αλλαγής των προτιμήσεων στα μέσα του δέκατου έβδομου αιώνα με τον θρίαμβο του Μουρίγιο, που θα συμβάλει για να αποτυγχάνει το επιτυχημένο εργαστήριο του.

Ο Μουρίγιο είναι αυτός που αντιπροσωπεύει καλύτερα τη νέα γλώσσα της πίστης, υπηρεσία στην οποία έδειξε την ιδιαίτερη ευαισθησία του, έχοντας κλίση σε ευγενικές και γλυκές αξίες. Με μια εκπληκτική ευκολία δημιούργησε μια γαλήνια και ειρηνική ζωγραφική, όπως ήταν ο χαρακτήρας του, στην οποία κυριαρχούν η δημιουργική ισορροπία, η λεπτότητα και η αγνότητα των μοντέλων του, τα οποία ποτέ δεν άγγιξαν ακραία συναισθήματα. Εξαίσιος χρωματιστής και καλός ζωγράφος, ο Μουρίγιο διανοείται τους πίνακές του με μια φίνα αίσθηση της ομορφιάς και μια αρμονική μετριοπάθεια, μακριά από το δυναμισμό του Ρούμπενς και την ιταλική θεατρικότητα.

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Οι κρεμαστές γέφυρες των Ίνκας

ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ 200 ΓΕΦΥΡΕΣ ΥΠΗΡΧΑΝ ΤΟΝ 16º ΑΙΩΝΑ ΣΤΙΣ ΑΝΔΕΙΣ

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ''ΤΑ ΝΕΑ'' (12/5/2007)

Αιώνες πριν, οι ιθαγενείς της Αμερικής συνέδεαν τις 'Ανδεις με κρεμαστές γέφυρες. Όταν τις αντίκρυσαν οι Ισπανοί κατακτητές το 1532, σάστισαν. Πουθενά στην Ευρώπη δεν είχαν ξαναδεί τόσο μεγάλες κρεμαστές γέφυρες. Τις είχαν φτιάξει οι Ίνκας για να μπορούν να διαβαίνουν τις βαθιές χαράδρες στα τροπικά δάση των περουβιανών Άνδεων. Σήμερα, επιστήμονες από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) χρησιμοποιούν τα ίδια υλικά που είχαν στη διάθεσή τους οι Ίνκας και υφαίνουν μεγάλα σχοινιά επιχειρώντας να φτιάξουν και οι ίδιοι αντίστοιχες γέφυρες, με σκοπό να αποκρυπτογραφήσουν τα μυστικά που γνώριζαν οι αυτοδίδακτοι μηχανικοί της προκολομβιανής Αμερικής.

Αξεπέραστοι τεχνίτες.
Επί εκατοντάδες χρόνια πριν από την άφιξη των Ευρωπαίων κατακτητών, οι γέφυρες αυτές έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην ευημερία της τεράστιας αυτοκρατορίας των Ίνκας. Οι ιθαγενείς της Αμερικής δεν είχαν ανακαλύψει τις πετρόχτιστες γέφυρες με καμάρες, ούτε τα τροχήλατα οχήματα. Ήταν όμως αξεπέραστοι τεχνίτες ως προς τη χρήση φυσικών ινών για την κατασκευή υφασμάτων, πλοιάρχων και όπλων όπως οι σφενδόνες.
'Ετσι λοιπόν, οι γέφυρες που έφτιαχναν από συνθετικά σχοινιά, ορισμένα εκ των οποίων είχαν πάχος όσο ένας ανθρώπινος κορμός, αποτελούσαν τη μόνη τεχνολογική λύση για να ενωθούν μεταξύ τους τεράστια κομμάτια ξηράς που διαχωρίζονταν από τα φαράγγια των ποταμών.
Και παρά το γεγονός ότι αρκετοί ειδικοί είχαν μελετήσει στο παρελθόν τον ρόλο που έπαιξε το οδικό δίκτυο των Ίνκας στη συγχώνευση και τον έλεγχο της προκολομβιανής αυτοκρατορίας, ωστόσο κανείς δεν μπήκε στον κόπο να μελετήσει σοβαρά την υπόθεση με τις κρεμαστές γέφυρες. Όπως αναφέρει στην εφημερίδα ''Τhe New York Times'' ο Τζον Όχσεντορφ από το ΜΙΤ, ''ιστορικοί και αρχαιολόγοι έχουν αγνοήσει εντελώς τον ρόλο των γεφυρών''.

Μήκος 50 μέτρα.
Οι κρεμαστές γέφυρες των Ίνκας σχημάτιζαν τόξα που έφθαναν σε μήκος τουλάχιστον τα 50 μέτρα. Τόσο μεγάλο άνοιγμα τόξου δεν υπήρχε σε καμιά ευρωπαϊκή γέφυρα εκείνη την εποχή. Μάλιστα η μεγαλύτερη ρωμαϊκή γέφυρα που υπήρχε τότε στην Ισπανία διέθετε κάμαρες όπου τα κύρια μέρη της είχαν μήκος 30 μέτρα. Και φυσικά καμιά από τις γέφυρες δεν είχε ανεγερθεί πάνω από κάποιο φαράγγι.
Σύμφωνα με τον δρα Όχσεντορφ, οι ιθαγενείς του Περού ανακάλυψαν από μόνοι τους τον τρόπο να κατασκευάζουν τις γέφυρες με σκοινιά από ίνες, χωρίς να δεχτούν κάποιον εξωτερικό επηρεασμό. Οι γέφυρες αυτές όμως δεν είναι οι πρώτες στο είδος τους που φτιάχτηκαν στον κόσμο, ούτε αποτέλεσαν παράδειγμα προς μίμηση για την κατασκευή μοντέρνων κρεμαστών γεφυρών όπως αυτές στη Νέα Υόρκη και το Σαν Φρανσίσκο.

Από τον 3ºαιώνα π.Χ.
Όπως έγραψε προσφάτως σε μια μελέτη του ο δρ Όχσεντορφ, ''οι Ίνκας ήταν ο μόνος αρχαίος αμερικανικός πολιτισμός που κατασκεύασε κρεμαστές γέφυρες''. Παρόμοιες γέφυρες υπήρξαν και σε άλλες ορεινές περιοχές του κόσμου, κυρίως στα Ιμαλάια και την αρχαία Κίνα, όπου από τον 3º π.Χ. αιώνα κατασκευάζονταν κρεμαστές γέφυρες από σιδερένιες αλυσίδες.
Η πρώτη από τις μοντέρνες κρεμαστές γέφυρες κτίστηκε στη Βρετανία στα τέλη του 18ου αιώνα, κατά την έναρξη της Βιομηχανικής Επανάστασης. Η μεγαλύτερη κρεμαστή γέφυρα σήμερα βρίσκεται στην Ιαπωνία και συνδέει δύο νησιά. Το μήκος που έχουν οι καμάρες της από πύργο σε πύργο φθάνει τα 2 χιλιόμετρα.

Χρησιμοποιούσαν σχοινιά και ξύλο.
Σύμφωνα με Ισπανούς περιηγητές που αντίκρυσαν τέτοιες γέφυρες το 1604, οι Ίνκας έπλεκαν τις ίνες σε σχοινιά που είχαν το απαραίτητο μέγεθος για την κατασκευή της γέφυρας. Τρία από αυτά τα σχοινιά ήταν πλεγμένα μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν ένα ακόμη μεγαλύτερο σχοινί.
Τα χοντρά σχοινιά στερεώνονταν με τη βοήθεια μικρότερων, στις αντικρινές πλευρές του φαραγγιού. Τρία από τα μεγάλα σχοινιά αποτελούσαν το πάτωμα της γέφυρας που είχε πλάτος τουλάχιστον 1,5 μέτρου. Άλλα δύο χρησίμευαν για κιγκλίδωμα. Κομμάτια από ξύλο τοποθετούνταν στα τρία σχοινιά για να δημιουργήσουν το πάτωμα της γέφυρας και κομμάτια από κλαδιά χρησιμοποιούνταν για να συσφίγξουν το ξύλινο δάπεδο ώστε να πατάνε σταθερά τα υποζύγια.
Επιπλέον, ειδικά κομμένο ξύλο τοποθετείτο κατά μήκος του κιγκλιδώματος και ήταν τόσο καλά φτιαγμένο που μπορούσε να συγκρατήσει ακόμη και ένα άλογο αν έχανε την ισορροπία του.

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Λίγα λόγια για το Flamenco...

Tο Flamenco είναι μια τέχνη που εκφράζεται μέσα από δύο τρόπους: τη μουσική και το χορό. Στη μουσική, η έκφραση βγαίνει μέσα από το τραγούδι και την κιθάρα (cante / toque), ενώ στο χορό, κάθε μέρος του σώματος έχει το δικό του ξεχωριστό κι έντονα εκφραστικό χαρακτήρα.

Ο όρος ''flamenco'' είναι γνωστός από τα μέσα του 19ου αιώνα, αλλά η ίδια η τέχνη του Flamenco ξεκινά από τον 9ο αιώνα. Αν και θεωρείται κομμάτι της ισπανικής κουλτούρας, στην πραγματικότητα ξεκινά από την περιοχή της Ανδαλουσίας. Ασφαλώς, έχει δεχτεί κι επιρροές από την κεντρική Ισπανία, αλλά και από την Κούβα.

Για να μάθει κανείς Flamenco, όπως και στις άλλες τέχνες, χρειάζονται δύο βασικά συστατικά: η ψυχή και η τέχνη. Γι' αυτό το λόγο, το Flamenco είναι πολύ πλούσιο και αρκετά περίπλοκο, με πάνω από 50 palos. Κάθε palo έχει το δικό του ρυθμό, τη δική του αρμονία και, στην περίπτωση που χορεύεται, ερμηνεύεται με διαφορετικό χορευτικό στιλ.

Για να απλοποιήσουμε λίγο τα πράγματα, μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε τα palos σε δύο ομάδες ή στιλ:
  • Flamenco Jondo (=hondo): Ένα σοβαρό στιλ που εκφράζει βαθιά συναισθήματα και συχνά τραγικά. Συνήθως, πραγματεύεται θέματα, όπως ο έρωτας, η εξαπάτηση, η θλίψη και χορεύεται με εκφραστικότητα, βάθος κι εσωτερικότητα. Γι' αυτό και είναι πιο δύσκολο να το κατανοήσουν όσοι δεν είναι εξοικειωμένοι με το Flamenco. Συνήθως, παρουσιάζεται σε θεατρικές παραστάσεις, σάλες χορού ή συναυλίες. Παραδείγματα του Flamenco Jondo είναι: Bulerías, Farruca, Minera, Petenera, Soleá, Tiento.
  • Flamenco Festero: Η πιο χαρούμενη εκδοχή του Flamenco. Παρουσιάζεται σε οικογενειακές γιορτές και εορταστικές εκδηλώσεις της Ανδαλουσίας. Τα θέματα που πραγματεύεται είναι χαρούμενα, όπως η αγάπη και τα συναισθήματα, σχετικά με τοποθεσίες, γιορτές και κωμικά συμβάντα. Παραδείγματα του Flamenco Festero είναι: Sevillanas, Rumba, Tanguillos, Alegrías.

Ασφαλώς, υπάρχουν πολλά palos και ποικίλες ερμηνείες που δεν κατηγοριοποιούνται εύκολα. Παρόλα αυτά, η κοινή βάση σε όλα τα στιλ Flamenco είναι μία: το συναίσθημα. Για να εκφράσει κανείς αυτό ακριβώς το συναίσθημα, χρησιμοποιεί δυνατές εκφραστικές φόρμες, οι οποίες, γενικώς, δεν αφήνουν αδιάφορο κανένα. To Flamenco ή το λατρεύεις ή το μισείς.



¿De dónde surge el nombre España?

El nombre de España deriva de Hispania, nombre con el que los romanos designaban geográficamente al conjunto de la península Ibérica, término alternativo al nombre Iberia, preferido por los autores griegos para referirse al mismo espacio. Sin embargo, el hecho de que el término Hispania no es de raíz latina, ha llevado a la formulación de varias teorías sobre su origen, algunas de ellas controvertidas.

Hispania proviene del fenicio i-spn-ya, un término cuyo uso está documentado desde el segundo milenio antes de Cristo, en inscripciones ugaríticas. Los fenicios constituyeron la primera civilización no ibérica que llegó a la península para expandir su comercio y que fundó, entre otras, Cádiz, la ciudad habitada más antigua de Europa Occidental. Los romanos tomaron la denominación de los vencidos cartagineses, intrepretando el prefijo i como ''costa'', ''isla'' o ''tierra'', con ya con el significado de ''región''. El lexema spn, que en hebreo se puede leer como saphan, se tradujo como ''conejos'' (en realidad damanes, unos animales del tamaño del conejo extendidos por África y el Creciente Fértil). Los romanos, por lo tanto, le dieron a Hispania el significado de ''tierra abundante en conejos'', un uso recogido por Cicerón, César, Plinio el Viejo, Catón, Tito Livio y, en particular, Cátulo, que se refiere a Hispania como península cuniculosa (en algunas monedas acuñadas en la época de Adriano figuraban personificaciones de Hispania como una dama sentada y con un conejo a sus pies), en referencia al tiempo que vivió en Hispania.

Sobre el origen fenicio del término, el historiador y hebraísta Cándido María Trigueros propuso en la Real Academia de las Buenas Letras de Barcelona en 1767 una teoría diferente, basada en el hecho de que el alfabeto fenicio, al igual que el hebreo, carecía de vocales. Así spn (sphan en hebreo y arameo) significaría en fenicio ''el norte'', una denominación que habrían tomado los fenicios al llegar a la península Ibérica bordeando la costa africana, viéndola al norte de su ruta, por lo que i-spn-ya sería la ''tierra del norte''. 

Por su parte, según Jesús Luis Cunchillos en su Gramática fenicia elemental (2000), la raíz del término span es spy, que significa ''forjar o batir metales''. Así, i-spn-ya sería la ''la tierra en la que se forjan metales''.

Aparte de la teoría de origen fenicio, la más aceptada (si bien el significado preciso del término sigue siendo objeto de discusiones), a lo largo de la historia se propusieron diversas hipótesis, basadas en similitudes aparentes y significados más o menos relacionados. A principios de la Edad Moderna, Antonio de Nebrija, en la línea de Isidoro de Sevilla, propuso su origen autóctono como deformación de la palabra ibérica Hispalis, que significaría la ciudad de occidente, y que, al ser Hispalis la ciudad principal de la península, los fenicios, y, posteriormente los romanos dieron su nombre a todo su territorio. Posteriormente, Juan Antonio Moguel propuso en el siglo XIX que, el término Hispania podría provenir de la palabra eúscara Izpania que vendría a significar que parte el mar al estar compuesta por las voces iz y pania o bania y significa ''dividir'' o ''partir''). A este respecto, Miguel de Unamuno declaró en 1902: ''La única dificultad que encuentro [...] es que, según algunos paisanos míos, el nombre España deriva del vascuence 'ezpaña', labio, aludiendo a la posición que tiene nuestra península en Europa''.

Otras hipótesis suponían que tanto Hispalis como Hispania eran derivaciones de los nombres de dos reyes legendarios de España, Hispalo y su hijo Hispano o Hispan, hijo y nieto respectivamente de Hércules.

A partir del periodo visigodo, el término Hispania, hasta entonces usado geográficamente, comenzó a emplearse también con una connotación política, como muestra el uso de la expresión Laus Hispaniae para describir la historia de los pueblos de la península en las crónicas de Isídoro de Sevilla.

Fuente: Wikipedia

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

Las grandes culturas americanas


Sin duda alguna, este fabuloso canal de ArteHistoria es lo mejor en YouTube. Una maravillosa difusión de arte y cultura.

Αναμφίβολα, αυτό το υπέροχο κανάλι ArteHistoria είναι από τα καλύτερα στο YouTube. Μια θαυμάσια διάδοση της τέχνης και του πολιτισμού.

Απολαύστε το, κάνοντας κλικ στην παρακάτω ιστοσελίδα:

Νεότερη ιστορία της Ισπανίας

Η νεότερη ιστορία της Ισπανίας ξεκινά με την κατάλυση του κράτους των Βησιγότθων τον 8º αιώνα μ.Χ. από τους Άραβες, οι οποίοι κυριαρχούν πια σε όλη τη χώρα, εκτός από τα βορειότατα τμήματά της, όπου ιδρύθηκαν μικρά φεουδαρχικά χριστιανικά κράτη και κατόρθωσαν να περιορίσουν τη δύναμη των Αράβων, ύστερα από μακροχρόνιους αγώνες. Η ανάπτυξη των χριστιανικών βασιλείων στα βόρεια της χερσονήσου και η κατοπινή αυτόνομη επέκτασή τους προς το νότο κατά την ανακάλυψη της χερσονήσου από τους χριστιανούς δημιούργησε τις ρίζες του διαχρονικού προβλήματος των αυτόνομων περιφερειών του μετέπειτα Ισπανικού κράτους.

Η ιστορία της Ισπανίας για περίπου 7 αιώνες είναι μια αδιάλειπτη σταυροφορία για την ανακατάληψη (Reconquista) όλης της Ιβηρικής χερσονήσου από τους χριστιανούς. Από τον 11º αιώνα αρχίζει η ένδοξη περίοδος της Reconquista με την κατάληψη του Τολέδο και σταδιακά του μεγαλύτερου τμήματος της Ανδαλουσίας. Τον 13º αιώνα το αραβικό κράτος περιορίζεται στο νότιο τμήμα της χερσονήσου γύρω από την Γρανάδα, η οποία θα καταληφθεί τελευταία από τους σταυροφόρους στα 1492.

Στα τέλη του 15ου αιώνα, μετά την ένωση των χριστιανικών κρατιδίων σε ενιαίο κράτος, οι Άραβες εκδιώχθηκαν εντελώς από την Ιβηρική χερσόνησο. Αυτή η νίκη συνέπεσε με την ανακάλυψη της Αμερικής από τον Χριστόφορο Κολόμβο που ήρθε σαν αποτέλεσμα των συστηματικών εξερευνήσεων της γης, που έγιναν από Ισπανούς και Πορτογάλους θαλασσοπόρους. Η ανακάλυψη και αποίκηση της Αμερικής έκανε την Ισπανία μεγάλη αποικιακή δύναμη (ακόμη και σήμερα η ισπανική παρουσία είναι έντονη στην αμερικανική ήπειρο).

Η δύναμη της Ισπανίας έφτασε στο απόγειό της την εποχή του Κάρολου Ε' και του γιου του Φίλιππου Β'. Στο τέλος του 16ου όμως αιώνα, αρχίζει η παρακμή της Ισπανίας. Το 1704 οι Άγγλοι, για να ελέγχουν τη ναυσιπλοΐα, κατέλαβαν το βράχο του Γιβραλτάρ, τον οχύρωσαν και τον κατέχουν ακόμα.

Στις αρχές του 16ου αιώνα έχει πλέον ολοκληρωθεί η ενοποίηση του ισπανικού κράτους στα σημερινά γεωγραφικά του όρια, όμως οι διαφορές είναι έντονες και σε πολλούς τομείς. Τα μετέπειτα χρόνια χαρακτηρίζονται από την βασιλεία του Γερμανού αυτοκράτορα Καρόλου Ι και την δυναστεία των Αψβούργων με το όραμα να κατακτήσει τον κόσμο και να εδραιώσει τους θεσμούς και τον πολιτισμό της Καστίλλης. Κάνει αδιάκοπους πολέμους με Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Κάτω Χώρες για την κυριαρχία στην θάλασσα, κατακτά την αμερικάνικη ήπειρο σφαγιάζοντας τους γηγενείς λαούς, αφανίζοντας τεράστιους πολιτισμούς. Η στρατιωτική ισχύς της αυτοκρατορικής Ισπανίας και των βασιλέων της χρησιμοποιείται για την γεωγραφική και θρησκευτική ενοποίηση των υπηκόων της, ως όργανο προπαγάνδας και υπεράσπισης της ρωμαιοκαθολικής πίστης στις αποικίες και για τον εκχριστιανισμό τους. Η Ιερά Εξέταση εξυπηρετεί τα συμφέροντα των βασιλέων της Ισπανίας εξολοθρεύοντας χιλιάδες αλλόθρησκους. Οι βασιλείς επιδιώκουν να επιβάλλουν με αυταρχικό τρόπο την θρησκευτική, οικονομική, γλωσσική και θεσμική ομογενοποίηση της χερσονήσου δίχως να το καταφέρουν σε μεγάλο βαθμό. Ο σκοπός όλων των βασιλέων δεν είναι άλλος από την επιβολή των θεσμών της Καστίλλης σε όλη την χερσόνησο, ο συγκεντρωτισμός όλων των αρμοδιοτήτων στην εξουσία του βασιλιά. Οι  διαρκείς πόλεμοι εξασθενούν την Ισπανία και την καθηλώνουν. Ο αυταρχισμός των βασιλέων και η εξαθλίωση του λαού προκάλεσε σταδιακά αλυσιδωτές αντιδράσεις με την εξέγερση της Πορτογαλίας, της Ανδαλουσίας, της Καταλωνίας και άλλων περιοχών.

Τα βασικά χαρακτηριστικά που συνέτειναν στον πολιτικό και πολιτισμικό κατακερματισμό της Ισπανίας σε μια συνομοσπονδία αυτόνομων περιφερειών, ώστε σήμερα πλέον να μην μπορούμε να μιλήσουμε για ένα έθνος με κοινή γλώσσα, πολιτισμό και ιστορία παρά για ένα απλό γεωγραφικό προσδιορισμό υπό το όνομα Ισπανία, είναι α) γεωγραφικά με ορεινούς όγκους και απομονωμένες γεωγραφικές ενότητες, β) εθνογραφικά που κυριαρχούν οι κάτοικοι λατινικής καταγωγής, βορειοδυτικά οι Βάσκοι που είναι κέλτικης καταγωγής καθώς και Εβραίοι που ήταν εγκατεστημένοι στο νότο, γ) κοινωνικά υπήρχε μεγάλη απόκλιση και αντίθεση μεταξύ γεωργών, εμπόρων, χωρικών και ευγενών, η εξαθλίωση του λαού ήταν πολύ έντονη, δ) θρησκευτικά υπήρχε η συμβίωση των χριστιανών με τους εβραίους που τερματίστηκε με τον άγριο διωγμό και την δαιμονοποίηση χιλιάδων εβραίων από την χερσόνησο το 1492, ε) γλωσσικά υπάρχει μια πολυγλωσσία με την ύπαρξη πέντε κύριων γλωσσικών ομάδων (καστιλιάνικα, καταλανικά, λουζιτανικά, γαγιέγο, βασκικά αλλά και αραβικά) καθώς και τοπικών διαλέκτων που καθιστούν δυσχερή κάθε απόπειρα πολιτισμικής ενοποίησης της χερσονήσου.

Από τον 17º αιώνα και την μεταρρύθμιση των Βουρβώνων ακολουθείται μια ειρηνική περίοδος οικονομικής ανασυγκρότησης. Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι απέτυχε ο απόλυτος γραφειοκρατικός συγκεντρωτισμός της Μαδρίτης μη μπορώντας να καταστείλει αποτελεσματικά όλες τις φυγόκεντρες δυνάμεις των πολυάριθμων συμβουλίων, τοπικών βουλών και επιτροπών και να καταστήσει ομοιόμορφες δομές και τρόπους δράσης. Στις αρχές του 18ου αιώνα συμπληρώθηκε η ισπανική παρακμή, όταν κηρύχτηκαν ανεξάρτητες οι αμερικανικές αποικίες της. Εξαιτίας της επανάστασης της Κούβας κηρύχθηκε το 1898 ο ισπανοαμερικανικός πόλεμος, όπου η Ισπανία νικήθηκε και έχασε την Κούβα, το Πόρτο Ρίκο και τις Φιλιππίνες.

Ο 19ος αιώνας βρίσκει την χώρα κατακτημένη από τους Γάλλους και υπό την διοίκηση του αδερφού του Ναπολέοντα, Ιωσήφ. Η εκδίωξη των Γάλλων οδηγεί στο 1º Σύνταγμα της Ισπανίας (1812) που προβλέπει την διαίρεσή της σε επαρχίες που διοικούνται από ένα ανώτατο άρχοντα.

Οι καρλικοί εμφύλιοι πόλεμοι συγκλόνησαν την Ισπανία σε όλο τον 19º αιώνα θυμίζοντας σε όλους ότι η δυναμική των αυτονομιστικών κινημάτων εναντίον της κεντρικής εξουσίας της Μαδρίτης δεν είχε καταλαγιάσει ποτέ. Κάθε προσπάθεια για εκδημοκρατισμό και αυτονομία βρίσκει αντιμέτωπους την μοναρχία, τον κλήρο και την αριστοκρατία της Καστίλλης, κανένα από τα συντάγματα του 19ου αιώνα δεν κάνει αναφορά στην αυτονομία των περιφερειών. Η αρχή του 20ου αιώνα χαρακτηρίζεται για την αναβίωση των εθνοτήτων και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους. Η διαμάχη μεταξύ κεντρικού κράτους και των περιφερειών θα οδηγήσει από τις αρχές του 20ου αιώνα στην αναβίωση των εθνοτήτων των Βάσκων και των Καταλανών με αποσχιστικές τάσεις από το κράτος της Μαδρίτης και μετέπειτα στα δραματικά γεγονότα του εμφιλίου πολέμου (1936-1939).

Ο εμφύλιος πόλεμος 1936-1939.


Το 1936 ξέσπασε φοβερός εμφύλιος πόλεμος που κράτησε δυόμιση χρόνια (1936-1938). Σ' αυτόν, ο στρατηγός Φράνκο έγινε αρχηγός φασιστικής επανάστασης και επικράτησε με τη βοήθεια της Γερμανίας και της Ιταλίας. Ο Ισπανικός εμφύλιος ήταν η κορυφή του παγόβουνου και η τραγική απόληξη μιας σειράς δραματικών αντιφάσεων ανάμεσα στο καθεστώς της Καστίλλης και τις άλλες εθνότητες που ζούσαν στην χερσόνησο. Οι σημαντικότερες από αυτές, οι Βάσκοι και οι Καταλανοί θεωρούσαν ότι είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου να τεθούν επί τάπητος συγκεκριμένα ζητήματα και να απαιτηθούν από την κεντρική εξουσία της Μαδρίτης.

Ειδικότερα, στην Καταλωνία άρχισαν να διεκδικούν την αναγνώριση της καταλανικής εθνότητας, της γλώσσας, του πολιτισμού και της ιστορίας κυρίως από την εποχή της renaixença, της καταλανικής αναγέννησης που έδωσε πνοή και όραμα στην καταλανική εθνική συνείδηση στα τέλη του 19ου αιώνα. Στόχος των καταλανών είναι η απόκτηση εκτεταμένης αυτονομίας ενώ οι πιο ριζοσπαστικοί διεκδικούσαν την δημιουργία καταλανικού κράτους στα πλαίσια μιας ομοσπονδιακής Ισπανίας. Η δικτατορία του Πρίμο ντε Ριβέρα (1923-1930) αποτέλεσε τροχοπέδη των κάποιων δειλών βημάτων που είχαν γίνει προς την αυτονομία της Καταλωνίας και των άλλων περιοχών. Παρά το γεγονός ότι για πρώτη φορά δημιουργήθηκε ένα νομοθετικό πλαίσιο για τοπική αυτοδιοίκηση, και στα νομικά κείμενα χρησιμοποιείται η λέξη ''περιφέρεια'', οι πραγματικές προθέσεις του δεν ήταν άλλες παρά η ενδυνάμωση της κεντρικής εξουσίας. Ο έλεγχος από το Ισπανικό κράτος διασφαλιζόταν με τον διορισμό ενός κυβερνήτη στην περιφέρεια, ενώ η κεντρική εξουσία θα μπορούσε να διαλύσει την περιφέρεια με την επίκληση λόγων δημόσιας τάξης ή εθνικού συμφέροντος. 'Ετσι το 1925 με βασιλικό διάταγμα και με το πρόσχημα για την άμυνα της εθνικής ενότητας καταδικάζεται η αποσχιστική δράση και καταργούνται οι περιφερειακές συνελεύσεις και η καταλανική γλώσσα στις δημόσιες υπηρεσίες της Καταλωνίας. Η περίοδος της 2ης αβασίλευτης δημοκρατίας (1931-1939) είναι περίοδος αναταραχών και ένοπλης αντιπαράθεσης της φασιστικής με την δημοκρατική ιδεολογία. Ουσιαστικά η περίοδος αυτή δεν είναι παρά ένα διάλειμμα στην αυταρχική και συγκεντρωτική εξουσία της Μαδρίτης που θα κορυφωθεί με το φρανκικό καθεστώς. Με τις εκλογές του 1931 αποκαταστάθηκε προσωρινά η δημοκρατική ομαλότητα με τη νίκη των δημοκρατικών δυνάμεων και οι δυνάμεις της αριστεράς την ίδια κιόλας μέρα ανακήρυξαν στην Βαρκελώνη την Καταλανική δημοκρατία στα πλαίσια μιας συνομοσπονδίας με τις άλλες δημοκρατίες της Ισπανίας. Το Σύνταγμα του 1931 προσπάθησε για πρώτη φορά να λύσει το πρόβλημα της περιφερειακής αυτονομίας αλλά δεν τέθηκε ουσιαστικά ποτέ σε ισχύ λόγω του εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε.

Το 1936 διενεργούνται γενικές εκλογές αλλά οι πολιτικές δυνάμεις είναι κατακερματισμένες σε πολυάριθμα πολιτικά κόμματα, ωστόσο οι βασικές τάσεις είναι το καθολικό και συντηρητικό Εθνικό μέτωπο απέναντι στο αριστερό Λαϊκό μέτωπο το οποίο αναδείχθηκε και ο νικητής των εκλογών. Στις 18-7-1936 ορισμένοι στρατηγοί, ανάμεσά τους και ο Φράνκο, στασιάζουν κατά της νόμιμης κυβέρνησης και σε όλη τη χώρα ξεσπούν αντιδράσεις. Ο Φράνκο βοηθήθηκε ιδιαίτερα από την φασιστική Ιταλία και την χιτλερική Γερμανία, και έτσι την 1η Απριλίου 1939, εγκαθίδρυσε στη χώρα δικτατορία. Η ουδέτερη στάση που διατήρησε η Ισπανία και κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, έδωσε την ευκαιρία στον δικτάτορα να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του και να αναγνωριστεί μετά το τέλος του πολέμου από τις δυνάμεις της Δύσης. Η χώρα διαιρείται σε δύο ζώνες, οι στασιαστές και πραξικοπηματίες επικρατούν σε εκείνες τις περιοχές που είχε κερδίσει η δεξιά στις τελευταίες εκλογές ενώ στα μεγάλα αστικά και βιομηχανικά κέντρα κυριαρχεί το Λαϊκό μέτωπο. Οι στρατηγοί καταλαμβάνουν την εξουσία με το πρόσχημα ότι θέλουν να επαναφέρουν την τάξη και να υπερασπιστούν την καθολική θρησκεία έφεραν το χάος στη χώρα.

Συμπερασματικά, δύο ήταν οι κυρίες αιτίες του πολέμου: α) ο φόβος των κυρίαρχων κοινωνικών τάξεων ότι θα χάσουν την ηγεμονική τους θέση από τις ανερχόμενες δυνάμεις της αριστεράς και από την επερχόμενη κοινωνική επανάσταση και β) η αντιπαράθεση δύο διαφορετικών κοσμοθεωριών και αντιλήψεων αναφορικά με την οργανωτική δομή του Ισπανικού κράτους. Οι στρατηγοί συνασπιζόμενοι από τους φαλαγγίτες (άκρα δεξιά) την Εκκλησία και τα ανώτερα εισοδηματικά και μικροαστικά στρώματα επιθυμούσαν μια ενιαία και αδιαίρετη χώρα δίχως περιφερειακές αυτόνομες διοικήσεις, αλλά ένα κράτος διαρθρωμένο συγκεντρωτικά με άξονα την Μαδρίτη. Αντίθετα στο Ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο συσπειρώνονται τα εργατικά και αγροτικά στρώματα, οι Βάσκοι και οι Καταλανοί στο σύνολό τους. Η μεγαλύτερη τραγωδία της Ισπανικής ιστορίας μόλις άρχισε.

Το βασικό σύνθημα του φρανκικού καθεστώτος και του εθνικού κράτους που οραματίστηκε, είναι μια ενιαία και αδιαίρετη Ισπανία δίχως περιφερειακές διαφοροποιήσεις. Τον Ιούνιο του 1937 καταλαμβάνεται από τον φρανκικό στρατό η Χώρα των Βάσκων και τον Απρίλη του 1938 η Καταλωνία... 'Ενα χρόνο μετά, τον Απρίλη του 1939 τελειώνει ο εμφύλιος με την οριστική νίκη του Φράνκο που κατά την διάρκεια της δικτατορίας του (1939-1975) η Ισπανία θα κυβερνηθεί συγκεντρωτικά καταργώντας κάθε περιφερειακή αυτονομία και ελευθερία. Σε όλη του τη διάρκεια, το φρανκικό καθεστώς προσπάθησε απεγνωσμένα να εξαλείψει οτιδήποτε θύμιζε στους Ισπανούς ότι δεν αποτελούν μια ενιαία εθνότητα, απαγορεύτηκε η λειτουργία της εκκλησίας στα καταλανικά, αποσύρθηκαν βιβλία που αναφέρονταν στην ύπαρξη διάφορων εθνοτήτων, απαγορεύτηκαν τοπικοί χοροί, γιορτές και η καταλανική γλώσσα. Το μόνο μέρος που μπορούσε κανείς να πάει ήταν το γήπεδο της Μπαρτσελόνα... Τόσο στην Καταλωνία, όσο και στη Χώρα των Βάσκων, αναπτύχθηκε έντονη αντιφρανκική δραστηριότητα και η κύρια δύναμη αντιπαράθεσης στο καθεστώς εκφράζεται μέσα από τα αριστερά κόμματα και τους κομμουνιστές. Με το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου οργανώνεται η αντίσταση στη Χώρα των Βάσκων και το 1959 δημιουργείται η περίφημη Ε.Τ.Α. Η μεγαλύτερη αδυναμία των περιφερειακών κομμάτων ήταν η αδυναμία να συμφωνήσουν σε μια ενωμένη φωνή κατά του Φράνκο. Οι Βάσκοι και οι Καταλανοί είχαν διαφορετικές προτεραιότητες και τα περιφερειακά κόμματα αδυνατούσαν να βρουν κοινό άξονα αναφοράς.

Το 1975, με το θάνατο του Φράνκο, στέφθηκε βασιλιάς της Ισπανίας ο Χουάν Κάρλος των Βουρβόνων και διέλυσε το δικτατορικό κράτος του Φράνκο κηρύσσοντας το 1977 τις πρώτες ελεύθερες εκλογές, αρχίζοντας έτσι μια νέα δημοκρατική εποχή για την Ισπανία. Ο Βασιλιάς έχει το δικαίωμα βέτο και πλαισιώνεται από το Συμβούλιο του Στέμματος και το Συμβούλιο του Κράτους. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται από τον Πρωθυπουργό και το Υπουργικό Συμβούλιο, ενώ η νομοθετική από το Κονγκρέσο και τη Γερουσία.

Πηγές: Livepedia

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Η ανακάλυψη, η εξερεύνηση και η κατάκτηση της Αμερικής


Πρίν την εμφάνιση των Ευρωπαίων, στα τέλη του 15ου αιώνα, στην αμερικανική ήπειρο κατοικούσαν περίπου 40-50 εκατομμύρια άνθρωποι. Ζούσαν σε διάφορα επίπεδα ανάπτυξης, αν και πουθενά δεν είχαν σημειωθεί οι τεχνικές και επιστημονικές πρόοδοι που είχαν συντελεστεί στην Ευρώπη. Οι πολιτισμοί των λαών της Αμερικής, από τους οποίους σημαντικοί ήταν αυτοί των Μάγιας, των Αζτέκων και των Ίνκας, ονομάστηκαν αργότερα, από τους Ευρωπαίους, προκολομβιανοί πολιτισμοί.

Οι Ευρωπαίοι αγνοούσαν την ύπαρξη αυτών των λαών, αν και είναι γνωστό ότι γύρω στα 1000 μ.Χ. οι Βίκινγκς είχαν φτάσει στα παράλια της βόρειας Αμερικής. Το γεγονός, όμως, ότι δεν είχαν κανένα ισχυρό κίνητρο να ξαναπάνε στην περιοχή που είχαν ανακαλύψει, τους έκανε να μην επαναλάβουν αυτό το ταξίδι.

Οι συνθήκες για την ανακάλυψη της Αμερικής δημιουργήθηκαν όταν, πενήντα, περίπου, χρόνια μετά τις πρώτες απόπειρες των Πορτογάλων να φτάσουν στην Ανατολή, διατυπώθηκε μια εντελώς ριζοσπαστική ιδέα σχετικά με τον τρόπο που θα μπορούσε να γίνει αυτό το ταξίδι.

Ο Χριστόφορος Κολόμβος, ένας ναυτικός από τη Γένοβα της Ιταλίας, παρουσίασε ένα πρωτότυπο σχέδιο υποστηρίζοντας ότι θα μπορούσε να φτάσει κανείς στην Ανατολή, όχι πλέοντας ανατολικά, όπως έκαναν μέχρι τότε οι Πορτογάλοι, αλλά ταξιδεύοντας δυτικά.

Όταν ο Κολόμβος βρέθηκε, μετά από ένα ναυάγιο, στη Λισαβόνα, την πρωτεύουσα της Πορτογαλίας, συναντήθηκε με τον Πορτογάλο βασιλιά και ζήτησε την οικονομική του ενίσχυση για να υλοποιήσει το σχέδιό του. Δεν κατάφερε, όμως, να τον πείσει.

Δεν εγκατέλειψε, ωστόσο, την προσπάθεια. Πολλά χρόνια αργότερα, μόλις το 1492, ο Κολόμβος κατόρθωσε να πείσει τους βασιλείς της Ισπανίας, Φερδινάνδο και Ισαβέλλα, να του διαθέσουν τρία πλοία.

Το πρώτο ταξίδι του Κολόμβου (1492-2493) στέφθηκε από επιτυχία αφού πλέοντας δυτικά κατόρθωσε να φτάσει σε στεριά. Ο ίδιος πίστευε ότι είχε ανακαλύψει τις ανατολικές ακτές της Ασίας. Το ίδιο πίστευαν και οι Πορτογάλοι και για να διατηρήσουν τον έλεγχο του δρόμου προς τις Ινδίες έσπευσαν να υπογράψουν με τους Ισπανούς τη συνθήκη της Τορδεσίγιας (1494), η οποία χώριζε τον κόσμο έξω από την Ευρώπη σε δύο τομείς ελέγχου, έναν πορτογαλικό και έναν ισπανικό.

Λίγο καιρό αργότερα, το 1497, ο Τζοβάνι Καμπότο (ή Τζον Κάμποτ), ένας Ιταλός που ενεργούσε για λογαριασμό της Αγγλίας, έφτασε στα παράλια της βόρειας Αμερικής.

Μετά την πρώτη επιτυχία, οι Ισπανοί βασιλείς χρηματοδότησαν άλλα τρία ταξίδια του Κολόμβου προς το Νέο Κόσμο. Το δεύτερο έγινε στα 1493-1496, το τρίτο στα 1498-1500 και το τελευταίο στα 1502-1504.

Λίγο καιρό μετά το τέλος του τελευταίου ταξιδιού του, η βασίλισσα της Ισπανίας, που ήταν και ο κύριος υποστηρικτής του, πέθανε και ο Κολόμβος έχασε τη βασιλική στήριξη. Λίγο αργότερα πέθανε και ο ίδιος (1506) πιστεύοντας μέχρι το τέλος ότι τα ταξίδια του τον είχαν οδηγήσει στην ανατολική Ασία.

Το 1507, τρία χρόνια μετά το τελευταίο ταξίδι του Κολόμβου και ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, ένας ναυτικός από τη Φλωρεντία, ο Αμέρικο Βεσπούτσι, υποστήριξε ότι οι περιοχές στις οποίες είχε φτάσει ο Κολόμβος δεν ήταν η ανατολική Ασία, αλλά μια νέα ήπειρος, εντελώς άγνωστη μέχρι τότε.

Η εκτίμηση του Βεσπούτσι επιβεβαιώθηκε από τον Ισπανό εξερευνητή Βάσκο Νούνιες ντε Μπαλμπόα ο οποίος αφού διέσχισε τον ισθμό του Παναμά αντίκρισε πρώτος τον Ειρηνικό ωκεανό. Το ότι τα εδάφη που ανακάλυψε ο Κολόμβος αποτελούσαν μια νέα ήπειρο αποδείχθηκε, αναμφισβήτητα, με τον περίπλου της Γης από τον Μαγγελάνο (1519-1522). Έτσι, η νέα ήπειρος ονομάστηκε Αμερική προς τιμή του Ιταλού θαλασσοπόρου Αμέρικο Βεσπούτσι.

Αμέσως μετά την ανακάλυψη της Αμερικής, άρχισε η κατάκτηση της. Πρωταγωνιστές ήταν οι κονκισταδόρες (κατακτητές), οι οποίοι εξολόθρευσαν, με τη δύναμη των όπλων τους, όλους τους προκολομβιανούς πολιτισμούς.

Η κατάκτηση ακολουθήθηκε από την αποικιακή οργάνωση της Αμερικής, που βασίστηκε στη συστηματική άσκηση βίας σε βάρος των ιθαγενών και στη μεταφορά μαύρων σκλάβων από την Αφρική. Έτσι, δημιουργήθηκε η αποικιακή αυτοκρατορία της Ισπανίας στην Αμερική.